Τα βατράχια – Δημήτρης Σίμος

Απλό.

Αν κάποιος μου έλεγε:

«Ξέρεις, έχω διαβάσει όλα τα βιβλία του Μάρκαρη και μου αρέσει πολύ ο τρόπος που γράφει και ειδικά ο Χαρίτος…»

Θα τον διέκοπτα και θα του έλεγα:

«Διάβασε Σίμο. Διάβασε τα βατράχια…»

Αυτός ίσως προσπαθούσε μετά να μου πει:

«Μα δε θέλω να διαβάσω κάποιον άλλ-»

Και εγώ θα συνέχιζα:

«Διάβασε τα βατράχια…»

Και αυτός:

«Δεν κατάλαβ-»

Κι εγώ:

«Ρε, πάρε να διαβάσεις τα βατράχια λέμε!»

Ήρωας μας ο Χρήστος Καπετάνος, ο οποίος μετά από «αρχειοθέτηση» έξι μηνών, επαναφέρεται στην ενεργό δράση για να ερευνήσει τον θάνατο μιας δεκατετράχρονης μαθήτριας, της Ευθυμίας Ραφτοπούλου. Τη σορό της βρήκε ένας ψαράς στα νερά του Ευβοϊκού και ο Καπετάνος, μαζί με τον βοηθό και φίλο του, Ορέστη, πάνε να τον συναντήσουν. Παράλληλα, μεταφερόμαστε στο Αλιβέρι περίπου εικοσιπέντε χρόνια πριν, όπου δύο αδέλφια από διαφορετικούς γονείς, ενώ στην αρχή δεν έχουν και τις καλύτερες σχέσεις μεταξύ τους, στην πορεία, μια τραγική στιγμή φαίνεται ικανή για να τους ενώσει για πάντα…

Από τις πρώτες σελίδες το ένιωσα. Επιτέλους! Κρατάω στα χέρια μου κάποιον που γράφει ιστορίες σαν τον αγαπημένο μου Μάρκαρη! Δεν ξέρω αν αυτό αρέσει στον Σίμο ή –στον αντίποδα- αν θα θεωρηθεί ιεροσυλία από τους φανατικούς του Μάρκαρη, πάντως εγώ έτσι ένιωσα και δεν απογοητεύτηκα ούτε στιγμή. Ο Σίμος, γράφοντας σε α’ πρόσωπο, αόριστο, με κοφτές προτάσεις στο παρόν και σε γ’ πρόσωπο, αόριστο, με μεγαλύτερες προτάσεις στο παρελθόν, ισορροπεί την αφήγηση, δίνοντας πότε έμφαση στη δράση και πότε στην ατμόσφαιρα. Τέλος, οι παράλληλες ιστορίες είναι μόνο δύο, μια μεγαλύτερη και μια μικρότερη, αριθμός –για μένα- ιδανικός στο να μη χαθεί και αποπροσανατολιστεί ο αναγνώστης.

Έχω μονάχα δύο πολύ μικρά θεματάκια, που δεν ξέρω αν είναι επιμέλειας ή άποψης: α) Ένα «ν» που μου λείπει στο οριστικό άρθρο «τον», όταν π.χ. γράφει «Κάτι δεν πάει καλά με το Ραφτόπουλο». Διαβάστε την πρόταση αυτή σε κάποιον. Δε θα είναι σίγουρος ότι μιλάς για τον Ραφτόπουλο ή για το παιδί του ράφτη. Και β) Μια αλλαγή στο στυλ γραφής, στο κεφάλαιο της σελίδας 272, για την οποία δε θέλω να πω κάτι παραπάνω εδώ, μην τυχόν και είναι σπόιλερ. Και για τα δυο νομίζω (ελπίζω!) πως θα ρωτήσω και θα μάθω από τον ίδιο τον Σίμο, στην παρουσίαση του βιβλίου του σε τρεις μέρες.

Παίρνει ψηλή βαθμολογία, γιατί έχει το μέγεθος που μου ταιριάζει (περί τις τριακόσιες σελίδες) και γιατί επιτέλους η γλώσσα του είναι αυτή που μου αρέσει: σωστή, απλή, χωρίς φιοριτούρες και με την πρέπουσα αλλαγή στο στυλ και τις ατάκες, αναλόγως του χαρακτήρα που μιλάει.

Σημείωση 1: Ναι, είμαι από αυτούς τους «ενοχλητικούς», που άμα βαριούνται κάπου, βγάζουν ένα βιβλίο να διαβάσουν, εξού και η φωτογραφία από αγώνα…

Σημείωση 2: Όπως σε έναν γάμο, ποτέ μια κοπέλα δεν πρέπει να φορέσει ένα φόρεμα που να μοιάζει έστω και λίγο με νυφικό, γιατί η νύφη είναι μόνο μία, είναι a priori η πιο όμορφη και απαγορεύεται να τραβήξει τα φλας της δημοσιότητας οποιαδήποτε άλλη, έτσι κι εγώ δε θα μιλήσω καθόλου για τα τρία διηγήματα στο τέλος του βιβλίου. Σήμερα μιλάμε για τα βατράχια… 🙂

Εκδόσεις BELL. Βαθμολογία 8/10

 

 

2 Comments

Leave your Comment

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.