Για τον Χους

Είμαι η Αγγελική, δίπλα μου είναι ο Δώρος και μαζί έχουμε δύο παιδιά, τον Ανδρέα, έντεκα ετών και τον Γιάννη που είναι εννιά. Μας πήρε περίπου έναν χρόνο από τη στιγμή που το πρωτοσκεφτήκαμε μέχρι που τελικά αποφασίσαμε να κάνουμε την αίτηση για προσωρινή αναδοχή ενός ασυνόδευτου ανηλίκου. Εγώ το καθυστέρησα, σκεπτόμενη όλα τα πιθανά προβλήματα σε αυτή μας την προσπάθεια. Φοβόμουν. Αισθανόμουν ότι είχαμε ήδη αρκετά δικά μας θέματα να λύσουμε και δεν ήμασταν έτοιμοι για ένα ακόμα. Όταν όμως είδα πρώτη φορά τον Χους, πανικοβλημένο, να κρατάει σφιχτά το χέρι της συνοδού του και να μας πλησιάζει αργά-αργά, κουτσαίνοντας -καθώς είχε μια μικρή κινητική αναπηρία- ένιωσα όλες τις επιφυλάξεις και τις άμυνές μου να εξαφανίζονται. Είδα το παιδί, που ήταν μόνο του, φοβισμένο και δεν ήταν τίποτα λιγότερο ή περισσότερο από ένα παιδάκι.

Ξέραμε από την αρχή ότι ο Χουσεΐν θα έφευγε, θα πήγαινε στη Σουηδία να επανενωθεί με την αδελφή του. Αυτό που δεν ξέραμε, είναι το πότε… Αν ήταν να χρησιμοποιήσω μια  λέξη για την όλη εμπειρία, αυτή θα ήταν  «σοκαριστική». Όλοι μου οι φόβοι ήταν βάσιμοι και οι δυσκολίες ήταν ακόμη περισσότερες. Υπήρχε το θέμα της γλώσσας, των διαφορετικών συνηθειών και της ψυχολογίας  του παιδιού, κι από την άλλη είχαμε να διαχειριστούμε ο καθένας μας τα δικά του συναισθήματα, των παιδιών μας και των οικείων μας. Μετά την πρώτη εβδομάδα που ήταν σαν διακοπές για όλους, συνειδητοποιήσαμε -και κυρίως τα παιδιά- πως υπάρχει άλλο ένα μέλος στην οικογένεια, το οποίο καταλαμβάνει χώρο στο σπίτι μας. Που χρειάζεται φροντίδα, καθοδήγηση και να ξέρει ότι πλέον κάποιος είναι δίπλα του και νοιάζεται γι’ αυτόν.

Πολλές φορές δεν ήξερα πώς να χειριστώ καταστάσεις. Ο Χουσεΐν ήταν σίφουνας. Είχε κάνει κατάληψη σ’ όλο μας το σπίτι και στη ζωή μας. Ήταν ένα μικρό παιδί αλλά παράλληλα κι ένας μεγάλος μαχητής, που ήξερε να επιβιώνει σε πολύ δύσκολες συνθήκες, ήξερε να διεκδικεί και να αγωνίζεται για να πάρει αυτό που θέλει, αυτό που είχε στερηθεί. Πάρα πολλές φορές παρασυρόμουν από τις σκέψεις της δύσκολης ζωής που είχε περάσει και του συμπεριφερόμουν σαν την καλή νεράιδα με τα δώρα. Μαγείρευα ειδικά φαγητά γι’ αυτόν, του ψώνιζα πράγματα και σκεφτόμουν συνεχώς τι θα τον ευχαριστήσει. Μέχρι που τα παιδιά μου μου θύμισαν τις δικές τους ανάγκες. Θύμωναν, μάλωναν μαζί του. Μου έλεγαν ότι τους σφίγγει το λαιμό όταν μαλώνουν. Μου ζήταγαν να πάρω θέση και να τον αντιμετωπίσω ισότιμα… Ήταν τόσο διαφορετικός από τα παιδιά μου. Κι έπρεπε να διατηρήσω τις ισορροπίες. Ήθελα να τον προστατέψω άλλα και να είμαι δίκαιη. Τρόμαξα. Έψαξα να βρω λύσεις, έφτασα στα όρια της εξάντλησής…. Άλλα έτσι δεν είναι όταν έχεις παιδιά; Ξέρεις ότι δεν έχεις άλλη επιλογή από το να συνεχίσεις.

Στο σχολείο είχε δυσκολία να προσαρμοστεί και λόγω του ότι δεν ήξερε να γράφει σε καμία γλώσσα, αλλά και γιατί ήταν εντελώς εκτός της όλης μαθησιακής διαδικασίας. Πολλά πρωινά χρειάστηκε να φύγω τρέχοντας από την δουλειά μου για να πάω στο σχολείο να βοηθήσω στο να βρεθεί η λύση σε μια αμήχανη κατάσταση, που δεν ήξερε κανείς πώς να χειριστεί. Επιπλέον, αν και δώδεκα χρονών, ο Χους δεν είχε καθόλου αίσθηση του χώρου και του χρόνου. Έπιανε τουβλάκια λέγκο στα χέρια και τα έφτιαχνε με την ίδια θέρμη που είχαν τα δικά μας στην προσχολική ηλικία. Δεν καταλάβαινε τι σημαίνει σε δέκα λεπτά, σε μία ώρα ή σε πέντε ώρες. Όλα γι’ αυτόν ήταν απλώς ένα αόριστο «μετά» κι έτσι τα απογεύματα, όση ώρα ο Ανδρέας κι ο Γιάννης διάβαζαν τα μαθήματά τους, του μιλούσαμε για τον κόσμο που ζούμε. Ο Δώρος ειδικά, είχε βαλθεί να του μάθει να διαβάζει και να γράφει αριθμούς, την παγκόσμια γλώσσα όπως λέει. Του έλεγε: «Πρέπει να μπορείς να αυτοεξυπηρετείσαι. Να μπορείς να διαβάσεις τον αριθμό ενός λεωφορείου, να πάρεις το τρένο μια συγκεκριμένη ώρα, να ξέρεις πότε πρέπει να πας σχολείο ή στην προπόνηση, να μάθεις να βάζεις ξυπνητήρι, να μπορείς να αγοράσεις γάλα και ψωμί από το σουπερμάρκετ».

Ένα βασικό ζήτημα που μας απασχόλησε ειδικά στην αρχή, ήταν η σχέση μας με την οικογένειά του (η οποία παραμένει στην Συρία). Επικοινωνούσαν μαζί μέσω βιντεοκλήσεων και κάποια στιγμή ο Χους μάς λέει ότι η μητέρα του θέλει να μας μιλήσει. Χαμογελώντας, μου έδειχνε τον Χους και έλεγε “My Son” και μετά έδειχνε τον εαυτό της και έλεγε “Mother”. Στην αρχή κατάλαβα πως μου συστηνόταν, αλλά αργότερα συνειδητοποίησα πως μάλλον ήθελε να μου πει πως αυτή είναι η μάνα του και όχι εγώ. Πως εξακολουθεί να είναι η μάνα του και να μην έχω αμφιβολία, να μην προσπαθήσω ποτέ να πάρω τη θέση της. Απογοητεύτηκα, γιατί συνειδητοποίησα ότι, όσο κι αν δεν το παραδεχόμουν, θα ήθελα να με ευχαριστήσει που προσέχω το παιδί της. Όσο κι αν έλεγα το αντίθετο, τελικά αποζητούσα την ευγνωμοσύνη της. Η ψυχολόγος και η κοινωνική λειτουργός μάς βοήθησαν πολύ στο πώς να χειριστούμε αυτήν αλλά και άλλες ανάλογες καταστάσεις. Ο βασικός κανόνας ήταν πως έπρεπε να εστιάσουμε μόνο στο παιδί, μην ξεχνώντας ή παραμελώντας παράλληλα και κανένα άλλο μέλος της οικογένειάς μας, ούτε βεβαίως και τους εαυτούς μας.

Τώρα, και με την απόσταση του χρόνου, είμαι περήφανη για τον εαυτό μου. Είμαι περήφανη για τα παιδιά μου και για τον άντρα μου, που είχε την αρχική ιδέα. Κι έστω κι αν βαθιά μέσα μου το έκανα για μένα, τελικά όμως το έκανα. Και πήγε και καλά. Και το κυριότερο, βοηθήσαμε ένα παιδί. Τα παιδιά μου έχουν αρχίσει να καταλαβαίνουν τι σημαίνει πόλεμος και κυρίως τι σημαίνει να είσαι πρόσφυγας. Το βλέπουμε καθημερινά, σε αυτά που μας λένε όταν βλέπουν ειδήσεις, στο πώς μιλάνε για το θέμα αυτό με τους φίλους τους, ακόμα και στις εκθέσεις που γράφουν στο σχολείο. Ο Δώρος κι εγώ αλλάξαμε, βελτιωθήκαμε. Νομίζω κι ελπίζω το ίδιο και ο Χουσείν. Από την πρώτη στιγμή που ήρθε σπίτι μας, κύριο μέλημά μας ήταν να τον κάνουμε να νιώσει μέλος της οικογένειας και της κοινωνίας μας. Πήγε σχολείο μαζί με τα παιδιά μας. Πήγε στα ίδια πάρτι, στις ίδιες αθλητικές ομάδες, πήγαν μαζί κατασκήνωση το καλοκαίρι. Του δώσαμε αγάπη και πήραμε αγάπη. Και το ωραίο είναι πως σήμερα, περίπου έναν χρόνο αφότου έφυγε, τα παιδιά μας όχι μόνο θυμούνται αλλά και χαίρονται που ένα παιδάκι βρήκε, έστω για μερικούς μήνες, μια οικογένεια. Εξακολουθούμε να έχουμε επικοινωνία μέσω βιντεοκλήσεων. Ζει πλέον με την οικογένεια της αδελφής του στη Σουηδία, είναι καλά, έχει μεγαλώσει, δεν έχει ξεχάσει τα ελληνικά του κι αναρωτιόμαστε αν θα καταφέρουμε ποτέ να τον ξαναδούμε από κοντά.

Σας ευχαριστώ.

Ομιλία της Αγγελικής, στο πλαίσιο της εκδήλωσης με τίτλο «Μία οικογένεια για κάθε παιδί: Η νέα πολιτική για την αναδοχή και την υιοθεσία», Ζάππειο 11/12/2019.

1 Comment

Leave your Comment

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.