ΕΙΝΑΙ το πρώτο βιβλίο της Χολτ – της μητέρας της νορβηγικής αστυνομικής λογοτεχνίας, όπως την αποκάλεσε ο Νέσμπο- που διαβάζω. Ένα από τα κλασικά ογκώδη βιβλία σταοποία αρέσκονται οι Σκανδιναβοί κυρίως συγγραφείς, βιβλία που μου βαραίνουν το χέρι και με κουράζουν. Για να δούμε…
Ήρωες μας το ζευγάρι αστυνομικών, Ίνγκβαρ Στούμπο και Ίνγκερ Γιουχάνε Βικ, οι οποίοι βρίσκονται σε άδεια, επειδή η Βικ μόλις γέννησε το πρώτο τους παιδί. Η Βικ έχει άλλο ένα παιδί από προηγούμενο γάμο, ένα κοριτσάκι με αρκετές δυσκολίες στο φάσμα του αυτισμού. Βρισκόμαστε στο Όσλο. Μια δημοφιλής νορβηγίδα τηλεοπτική σταρ, που κάνει μια εκπομπή σαν το πάμε πακέτο, ενώνοντας χαμένες οικογένειες, βρίσκεται νεκρή στο σπίτι της με τη γλώσσα κομμένη και χωρισμένη στα δύο. Ο Στούμπο αναλαμβάνει απρόθυμα την υπόθεση, όταν και ένα δεύτερο θύμα, μια ανερχόμενη πολιτικός με το Κοράνι χωμένο στον κόλπο της, βρίσκεται σταυρωμένη στην κρεβατοκάμαρα της. Η Βικ είναι πρώην προφάιλερ του FBI. Θέλει να ξεχάσει όμως εκείνη την περίοδο της ζωής της, λόγω του τότε προϊστάμενου της με τον οποίο υπήρχε και ειδύλλιο. Ο Στούμπο όμως χρειάζεται τη βοήθεια της. Θέλει να τον βοηθήσει να καταλάβουν αν οι δύο φόνοι συνδέονται ή όχι. Όταν και ένα τρίτο θύμα έρχεται να προστεθεί, η Βικ συνειδητοποιεί πως υπάρχει ένα μοτίβο που συνδέει τους φόνους, ένα μοτίβο που την αφορά προσωπικά…
(…) «Αν επρόκειτο να φανταστείς τον χειρότερο… τον πιο φριχτό κατά συρροήν δολοφόνο… Να τον πιάσεις, εννοώ. Αν ήταν να κάνεις το προφίλ του τέλειου κατά συρροήν δολοφόνου, πώς θα ήταν;»
«Εσείς οι δύο δεν έχετε ήδη αρκετά προβλήματα με τους αληθινούς εγκληματίες;» είπε εκείνη και έγειρε πάνω από τον πάγκο.
«Προχώρα» χαμογέλασε ο Ίνγκβαρ. «Πες του. Πες πώς θα ήταν».
Το κερί στο περβάζι του παραθύρου κόντευε να τελειώσει. Τσιτσίριζε δυνατά. Αποκαΐδια πετιόντουσαν γύρω, μπροστά από την αντανάκλαση στο σκοτεινό τζάμι. Η Ίνγκερ Γιουχάνε έβγαλε ένα καινούργιο κερί, το έβαλε στο κηροπήγιο και άναψε το φιτίλι. Στάθηκε μερικά δευτερόλεπτα και κοίταζε τη φλόγα.
«Θα ήταν γυναίκα» είπε αργά. «Μόνο και μόνο επειδή φανταζόμαστε πως είναι άντρας. Μας είναι δύσκολο να φανταστούμε το κακό να ενσαρκώνεται με σχήμα γυναίκας. Παράξενο. Η ιστορία μας έχει σίγουρα δείξει πως και οι γυναίκες μπορούν να είναι κακές». (…)
Το διαφορετικό σε σχέση με τα πιο πολλά αστυνομικά, είναι πως από πολύ νωρίς γνωρίζει ο αναγνώστης ποιος -ή ποια καλύτερα- είναι η δολοφόνος. Από την αρχή της ιστορίας παρεμβάλλονται σκέψεις της δολοφόνου και πλέον προς το τέλος του βιβλίου μαθαίνουμε και το όνομα της και την σχέση της με τους ήρωες. Οπότε αναμένουμε σε αυτές τις τελευταίες σελίδες -τι άλλο!- από μιαν ανατροπή. 🙂
(…) Τώρα γίνομαι κακός, σκέφτηκε και έβγαλε ένα μεγάλο πούρο με την αλουμινένια θήκη του από το τσεπάκι στο στήθος του. Τιμωρώ αυτόν για τη δική μου απογοήτευση. Για τι πράγμα είμαι απογοητευμένος όμως; Επειδή μου είπε ψέματα; Επειδή είχε μυστικά; Όλοι ψεύδονται και όλοι έχουν μυστικά. Κανένας δεν έχει μια ζωή που κυλάει χωρίς ντροπή, χωρίς λάθη και λεκέδες. Δεν τον τιμωρώ για ανηθικότητα, έχω δει και έχω καταλάβει πολλά σχετικά μ’ αυτό. Είμαι απογοητευμένος γιατί εξαπατήθηκα. Για μια φορά αποφάσισα να είμαι εύπιστος. Η επαγγελματική ζωή μου εξαρτάται από τα ψέματα και τις απάτες των άλλων, τη δειλία και την προδοσία. Όμως υπήρχε κάτι σ’ αυτόν τον νεαρό, σ’ αυτόν τον ανώριμο άντρα, κάτι αθώο και αληθινό. Έκανα λάθος και γι΄αυτό τον τιμωρώ. (…)
Καλό λοιπόν, χωρίς να είναι κάτι το ιδιαίτερο. Θα το προτιμούσα λίγο μικρότερο (και αυτό).
Εκδόσεις Μεταίχμιο. Βαθμολογία 6,5/10