ΔΕΝ είχα ξαναδιαβάσει βιβλίο της Νορβηγίδας Φόσουμ. Έχει σίγουρα μια ιδιαίτερη γραφή και νομίζω πρέπει να αναζητήσω το βραβευμένο της, Βουβή κραυγή.
Ήρωας μας ο επιθεωρητής Σέγερ και ο συνεργάτης του Σκάρε, οι οποίοι ερευνούν το θάνατο ενός μωρού δεκάξι μηνών, του Τόμι, ο οποίος βρέθηκε στο βυθό μιας λίμνης. Οι γονείς του, δύο πολύ νέοι γονείς, η Κάρμεν και ο Νικολάι, συντετριμμένοι υποστηρίζουν πως τους ξέφυγε από την προσοχή για λίγα λεπτά και μπουσουλώντας κατηφόρισε στη λίμνη όπου και πνίγηκε. Τα πράγματα περιπλέκονται όμως όταν ο Σέγερ μαθαίνει πως το μωρό είχε σύνδρομο Ντάουν και πως η Κάρμεν δεν το ήθελε…
(…) Ο Φρανκ σηκώθηκε και πήγε στην κουζίνα. Ο Σέγερ στο καθιστικό άκουγε το πλατάγιασμα της γλώσσας καθώς ο σκύλος έπινε νερό, είχε κάτι το καθησυχαστικό αυτός ο ήχος. Το ουίσκι του ζέσταινε τα σωθικά και τον ηρεμούσε. Δεν είναι παράξενο που οι άνθρωποι συχνά εθίζονται στο αλκοόλ, σκεφτόταν, σε βοηθάει σε πολλά πράγματα. Να αντιμετωπίσεις τον πόνο, την ατυχία και τη θλίψη, την ανησυχία και το άγχος, όλες τις αναποδιές και τις δυσκολίες. Το αλκοόλ κυλούσε στο αίμα του, τον ζέσταινε και τον παρηγορούσε. Σηκώθηκε και πήγε στο παράθυρο, κοίταξε κάτω την πόλη που αγαπούσε. Το ποτάμι μου τη διέσχιζε με τις γέφυρές του, το όμορφα φωτισμένο εργοστάσιο ζυθοποιίας, τη μεγαλοπρεπή εκκλησία. Και το πολυσύχναστο λιμάνι, εκεί όπου αποβιβάζονταν τα αυτοκίνητα που έρχονταν από το εξωτερικό και κυλούσαν στους δρόμους της Νορβηγίας, Honda και Toyota και Mercedes, σε μια ατέλειωτη σειρά. Τα τρένα μπαινόβγαιναν στον σταθμό και πάντα κάποιο πλοίο έπλεε στο ποτάμι με αναμμένους προβολείς. Άφησε το ποτήρι του στον πάγκο της κουζίνας και κατευθύνθηκε στο μπάνιο. Βούρτσισε τα δόντια του και έπεσε στο κρεβάτι. Ο Φρανκ τον ακολούθησε αλαφροπατώντας και ξάπλωσε στο χαλάκι του στο πλάι του κρεβατιού, όπως συνήθιζε, και έμειναν και οι δυο ξύπνιοι για τα επόμενα δεκαπέντε λεπτά. Μετά γλίστρησαν σε έναν ελαφρύ και έπειτα σε έναν βαθύ και ήρεμο ύπνο. (…)
Η ιστορία έχει το εξής χαρακτηριστικό: Ενώ όλα κυλούν αργά, μένεις προσκολλημένος στην πλοκή λες και παρακολουθείς ταινία δράσης. Μου φάνηκε πολύ περίεργο που το ένιωθα αυτό διαβάζοντας το. Η Φόσουμ ασχολείται πολύ με τους ίδιους τους χαρακτήρες, την προσωπική τους ζωή, τα αισθήματά τους, τις έννοιες τους και δεν το κάνει εις βάρος της πλοκής. Δηλαδή έχει ολόκληρα κεφάλαια που δεν γίνεται απολύτως τίποτα όσον αφορά στην πλοκή και όμως δεν έχεις την αίσθηση ότι διαβάζεις απλώς σάλτσες. Αυτό το θεωρώ εξαιρετικό πλεονέκτημα. Οικοδομεί σιγά-σιγά το περιβάλλον, τις συνθήκες, για να δεχτεί ο αναγνώστης ως φυσικό επακόλουθο τη λύση.
Στα αρνητικά, θα έλεγα πρώτο, πως μου φάνηκαν πολύ ώριμοι οι διάλογοι μεταξύ της Κάρμεν και του Νικολάι, πράγμα που με ξένισε για δύο εικοσάχρονα παιδιά και δεύτερο, πως η ιστορία δεν έχει τη μεγάλη ανατροπή. Έχει μερικά τουίστ, δηλαδή μικρές-μικρές ανατροπές εδώ και κει (και βεβαίως στο τέλος), αλλά όχι αυτή τη μεγάλη ανατροπή που θα περίμενε ένας ίσως πιο ψαγμένος αναγνώστης.
Εκδόσεις Μεταίχμιο. Βαθμολογία 6,5/10