Ο ήχος του ακάλυπτου – Κάλλια Παπαδάκη

ο ήχος του ακάλυπτουΔΥΣΤΥΧΩΣ περίμενα πολύ περισσότερα. Διάβασα στο διαδίκτυο πολλές και καλές κριτικές, μέχρι και «ένα από τα καλύτερα ελληνικά βιβλία των τελευταίων χρόνων» και διάφορα ανάλογα σχόλια. Και όμως δε βρήκα τίποτα παραπάνω από απλές ιστοριούλες, σαν σενάριο από έξι επεισόδια της σειράς Η Πολυκατοικία που έδειχνε στο Μέγκα. Ιστορίες δηλαδή που δε σε νοιάζει και αν χάσεις και καμία και που υπάρχει ένα υποτυπώδες μπλέξιμο μεταξύ των ηρώων. Οκ, η διαφορά είναι πως υπάρχει ας πούμε και κάποιο έγκλημα στην κάθε μία αλλά αυτό απέχει πολύ από τον χαρακτηρισμό νεο-νουάρ πολυκατοικία που διαβάζω στο οπισθόφυλλο.

Έξι ιστορίες, έξι κεντρικοί χαρακτήρες που μένουν στην ίδια πολυκατοικία, καλοκαίρι στην Αθήνα. Η πρώτη ιστορία είναι και η πιο χαλαρή, στη συνέχεια υπάρχει λίγο περισσότερο ενδιαφέρον και ομολογομένως η τελευταία είναι και η καλύτερη ιστορία. Ένας τυφλός που πέφτει θύμα απαγωγής, δύο φιλενάδες που την πατάνε σαν πρωτάρες, μια κοπέλα που προσπαθεί να ξεφύγει από το παρελθόν της, ένας συγγραφέας που πιέζεται να παραδώσει το βιβλίο του και όλα του πάνε στραβά, ένας διαμεσολαβητής πτωμάτων σε γραφείο τελετών και μια ψυχαναγκαστική μάνα λίγο χαμένη είναι οι ήρωες του ακάλυπτου. Αν όλες οι ιστορίες ήταν σαν την τελευταία με τη μάνα, θα είχα τελείως διαφορετική άποψη για το βιβλίο.

(…) Δεκαπενταύγουστος. Η Αθήνα στην εντατική. Την ακούς που αναπνέει βαρά. Κανείς δεν κυκλοφορεί, την έχουν κάνει όλοι τους, όλοι τους, σχεδόν όλοι τους. Στην Αρεοπαγίτου προσπερνώ τρεις παράξενους τύπους που έχουν ανοίξει κουβέντα αγναντεύοντας την Ακρόπολη. «Εκεί μένεις;», ρωτά ο ένας δείχνοντας τα αρχαία με το δάχτυλο. «Να το βάψεις άλλο χρώμα», λέει ο δεύτερος. «Θα δω τι μπορώ να κάνω», τελειώνει ο τρίτος. Ψάχνω να βρω περίπτερο. Δεν έχω τσιγάρα και σίγουρα δεν έχω έμπνευση. Ένα γκρουπ αμερικάνων υπομένει τη ζέστη. Κοντοστέκομαι δίπλα του σα μια παράξενη αντίθεση. Με κοιτάζουν μάλλον με συμπάθεια. Κάνω στην άκρη και για τριάντα στιγμές το μυαλό μου μπλοκάρει. Σκοτοδίνη.  (…)

Ένα βιβλίο που δε με τράβηξε κοντά του, που όταν το ξέχασα στην παραλία μια μέρα δε σιχτίρισα τον εαυτό μου, αλλά που άνετα το διάβαζα όταν το έβρισκα μπροστά μου. Η όλη δημοσιότητα και το σούσουρο με το βιβλίο, μου θύμισε παλιά όταν καθόμασταν με το φίλο μου το Γιάννη στο σπίτι του Φάνη και φτιάχναμε στιχάκια του τύπου Φοίβος οι τρεις μας, για πλάκα μέσα σε λίγα λεπτά. Ένα βιβλίο σαν τραγούδι του Φοίβου λοιπόν, που σκέφτομαι πως θα μπορούσε να το είχε γράψει ο καθένας μέσα σε λίγες μέρες και που αναρωτιέμαι γιατί άρεσε σε όλο τον κόσμο εκτός από μένα. 🙂

Σημείωση: Πατήστε πάνω στην εικόνα παρακάτω και ανακαλύψτε το ρεφρέν που θα γινόταν (!) επιτυχία

χάλια

Εκδόσεις Πόλις. Βαθμολογία 5/10

 

1 Comment

Leave your Comment

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.