ΘΑ μπορούσα να γράψω πολλά για την εν λόγω τριλογία, επιλέγω όμως όχι. Το βασικό που με εντυπωσίασε ήταν η γλώσσα. Η γλώσσα γραφής, η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Χατζόπουλος γράφοντας τα τρία αυτά βιβλία. Καθαρά, κομψά, γλυκά, αριστοκρατικά και προσιτά. Με κέρδισε από την πρώτη σελίδα.
Κεντρικός ήρωας ο Δημήτρης. Στο «Εν Μέρει Ελληνίζων» γνωρίζουμε το Δημήτρη και την παρέα του στην Κύπρο του 1950, της ΕΟΚΑ και της τελευταίας περιόδου της αγγλοκρατίας. Έφηβος, ανήσυχος, διχάζεται και αγωνιά για ζητήματα που μας απασχολούν ακόμη και σήμερα, για τον έρωτα, την καταπίεση, το αν πρέπει να πάρεις θέση τελικά σε μια τόσο ευαίσθητη ηλικία για θέματα που θα ορίσουν από δω και πέρα τη ζωή σου. Λευκωσία, Αμμόχωστος, Κερύνεια οι πόλεις που διαδραματίζονται τα γεγονότα.
Στο «Ο Περατικός» ο Δημήτρης εξόριστος πλέον στη Γαλλία την περίοδο του πολέμου με την Αλγερία, προσπαθεί να βρει ξανά το δρόμο του. Παρίσι, Ακουιτανία, Προβηγκία και κατάληξη στο δάσος του Φονταινεμπλώ. Στην αγκαλιά μιας οικογένειας γνωρίζει ξανά τον έρωτα και μια νέα φιλία.
Στο «Νόστου Πάθη», ο Δημήτρης επιστρέφει στην Κύπρο για την τελευταία σκηνή. Ψάχνει τους φίλους και την οικογένεια του, επαναπροσδιορίζει τη σχέση του με όλα, αλλά κυρίως με την πατρίδα του που μπαίνει στην ευθεία του πραξικοπήματος και της εισβολής του 1974. Αποφασίζει να δράσει…
(…) Ο Δημήτρης έλαβε θέση και συγκεντρώθηκε. Με την σκέψη βρέθηκε δεκαέξι χρόνια πίσω, όταν μιαν αυγή στο υποστατικό της Ανριέτ στην Αρβέρνη, αναρριχημένος σε εξέδρα παρόμοια με εκείνην του άγνωστου εχθρού του, περίμενε κάποιο αθώο ζαρκάδι να βγει από το δάσος σε αναζήτηση τροφής. Κάτι, πιθανώς μια κίνηση στην ταράτσα του ξενοδοχείου έκαμε τον Τούρκο σκοπευτή να αλλάξει στάση. Έπιασε το όπλο του και το έφερε -ακόμη πρηνής και με το κεφάλι κατεβασμένο- στον ώμο του. Σε λίογ θα ανασηκωνόταν. Φάνηκε του Δημήτρη πως η καρδιά του επήγαινε να σπάσει. Προσπάθησε να τιθασεύσει την συγκίνηση και να ρυθμίσει την αναπνοή του. Με την εισπνοή και την εκπνοή του το στόχαστρο της διόπτρας ανεβοκατέβαινε επάνω στο είδωλο του ξαπλωμένου άνδρα. Επικεντρώθηκε στον στόχο του και αιφνίδια ηρέμησε. Ο Τούρκος ανασηκώθηκε˙ ο Δημήτρηςεπίεσε την πρώτη σκανδάλη ελευθερώνοντας έτσι την δεύτερη. Εισέπνευσε και προτού εκπνεύσει πλήρως είχε το στόχαστρο στην βάση του κεφαλιού του εχθρού του. Με το ανεπαίσθητο χάδι του δακτύλου στην δεύτερη σκανδάλη το όπλο εκπυρσοκρότησε. Ο Δημήτρης, μόλις αισθάνθηκε την ώθηση στον ώμο, χωρίς να κυττάξει, απέσυρε το όπλο και απομακρύνθηκε από το παρατηρητήριο. (…)
Εκδόσεις Εστία. Βαθμολογία: 8/10